Μπαίνω μεσ' τ' αμπέλι..
H γονεϊκή μου κατοικία βρίσκονταν ανάμεσα σε δύο μεγάλα αμπέλια, ιδιοκτησίας του γνωστού σε όλους τους περίοικους ως "κατεψυγμένου", λόγω του ψυχρού και ιδιότροπου χαρακτήρα του. Ο ίδιος έρχονταν μόνο για λίγο, πάντα με αγριοφωνάρες, να ελέγξει την πορεία των εκάστοτε αγροτικών εργασιών, που ανέθετε πάντα στον κακοπληρωμένο, μακρυνό του συγγενή, τον κυρ-Μιχάλη.
Αυτός ο δεύτερος, ήταν ένα από τα πιο καλωσυνάτα πλάσματα που έχω συναντήσει στη ζωή μου. Άπειρες ώρες σε απαιτητικές εργασίες, που αναλογούσαν σε τρεις εργάτες τουλάχιστον, τις έφερνε βόλτα μόνος του με την κομμένη μέση του και τα δύο του παιδεμένα χέρια, μέσα στα αμπέλια, χειμώνa - καλοκαίρι και πάντα γελαστός!
Επειδή από μικρή τραβούσαν την προσοχή μου οι ασχολίες και οι άνθρωποi που δούλευαν μέσα στη φύση, όποτε πήγαινα στον κυρ-Μιχάλη έναν καφέ από τη μάνα μου ή ένα δροσερό νερό, έβρισκα την ευκαιρία να περνώ κάποια ώρα κοντά του, παρατηρώντας τον τρόπο που τα κατακομμένα του χέρια όργωναν, κλάδευαν, κορφολογούσαν, βλαστολογούσαν, θειάφιζαν, τρυγούσαν.. Πόσες μα πόσες εργασίες και τι κόπος μέχρι το τελικό σπουδαίο αποτέλεσμα!
Συζητούσα μαζί του όταν έκανε ολιγόωρο διάλειμμα και άνοιγε κι έστρωνε στο χώμα μια κομποδεμένη μαντήλα, μέσα στην οποία η συμβία του είχε βάλει το χωριάτικο ψωμί τους, λίγες ελιές, κάμποσα κρεμμύδια και λίγο αλάτι να τα βουτάει μέσα.
Με είχε μάθει, με αξιοσύνη του καλύτερου δάσκαλου, πάρα πολλά πράγματα, από το να διαλέγω φύλλα για καλά ντολμαδάκια και να ξεχωρίζω τις πιο παραγωγικές για σταφύλια κληματίδες ("ξεφλούδιζα" τις πιο χοντρές από τις υπόλοιπες και έτρωγα την τρυφερή σάρκα τους), μέχρι να μπολιάζω κλήματα. Μου έλεγε ιστορίες και πληροφορίες για σκαντζοχέρια, σαλιγκάρια, περονόσπορους, ποικιλίες σταφυλιών και τόσα άλλα ενδιαφέροντα..
Την εποχή του τρυγητού ο κυρ-Μιχάλης κατέφθανε χαράματα με 5-6 κορίτσια για τα τρυγίσματα και 2-3 άντρες για τα κουβαλήματα των κοφινιών. 'Ετρεχα τότε εγώ και "βοηθούσα", πηγαινοερχόμενη με χαρά όλη μέρα -παρά την γκρίνια της Μάνας - γιατί μέσα στην κούρασή τους αυτοί οι άνθρωποι ήταν με το αστείο και το τραγούδι στο στόμα αλλά και γιατί αγαπούσα πραγματικά τον κυρ-Μιχάλη! Αυτός δε στο τέλος, απόγευμα θα χε φτάσει πια, έχοντας ξεχωρίσει ανάμεσα στα σαββατιανά κλήματα των αμπελιών, και λίγα επιτραπέζια εκλεκτά σταφύλια που υπήρχαν διάσπαρτα εκεί, γέμιζε δύο πλεκτές κοφίνες, τις κουβαλούσε σπίτι μας και έλεγε χαμογελώντας:
"- Για τα παιδιά, κυρ-Γιώργη, να! Αυτά τα επιτραπέζια! Και για μουσταλευριά τα σαββατιανά εδώ, κυρά-Άννα"!
Με το πέρασμα των χρόνων, αιώνων μου φαίνεται τώρα που αναπολώ, τα αμπέλια οικοπεδοποιήθηκαν και βλέπαμε σιγά σιγά να γεμίζει η περιοχή με σπίτια. Δύο τρεις φορές ο κυρ-Μιχάλης μας επισκέφτηκε, γέρος πια, και κάναμε τρελλή χαρά στο σπίτι. Αργότερα μάθαμε ότι είχε γλυκό τέλος μέσα στο νοιάξιμο της υπέροχης οικογένειάς του, ενώ ο "κατεψυγμένος" μας είπαν ότι "πετάχτηκε" κυριολεκτικά στο δρόμο από τις δυο κόρες και τους γαμπρούς του και έφυγε ολομόναχος και με μεγάλα βάσανα.
Και ένα υπέροχο σχετικό άκουσμα από τα πολύ παλιά και που το άκουγα πολλές φορές να το τραγουδούν οι τρυγητάδες (στο πρώτο βίντεο, του οποίου δεν μου ανήκει τίποτα- και μπορείτε να το παρακολουθήσετε στο Youtube με τίτλο: "ΜΠΑΙΝΩ ΜΕΣ' Τ' ΑΜΠΕΛΙ, 1926, ΣΩΤΗΡΗΣ ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ", είναι μια εξαιρετική εκτέλεση που φωνογραφήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1926, με τον Θανάση Βρούβα στο κλαρίνο και τον Σωτήρη Στασινόπουλο στην ερμηνεία..
"Μπαίνω μες στ’ αμπέλι, μπαίνω μες στ’ αμπέλι
μπαίνω μες στ’ αμπέλι σαν νοικοκυρά, σαν νοικοκυρά
μπαίνω μες στ’ αμπέλι σαν νοικοκυρά
να κι ο νοικοκύρης πο’ ’ρχεται κοντά..
Έλα νοικοκύρη μ’, έλα νοικοκύρη
έλα νοικοκύρη μ’ να τρυγήσωμε, να τρυγήσωμε
έλα νοικοκύρη να τρυγήσωμε
κόκκινα σταφύλια να πατήσωμε.
-Γεια σου Θανάση Βρούβα με το κλαρίνο!
-Γεια σου….σαντουροβιολιτζή!
Τούτον το χειμώνα, τούτον το χειμώνα
τούτον το χειμώνα θέλω να διαβώ, θέλω να διαβώ
τούτον το χειμώνα θέλω να διαβώ
και το καλοκαίρι να ’ρθω να σε βρω!"
Και στο φρέσκο-φρέσκο τραγούδι, το δεύτερο σχετικό βίντεο -του οποίου δεν μου ανήκει τίποτα- και μπορείτε να το παρακολουθήσετε στο Youtube με τίτλο: "Λιζέτα Καλημέρη - Το αμπέλι (Official Audio Release HQ)" από την Καλλιτέχνιδα Λιζέτα Καλημέρη, σε στίχους Γιώργου Σιδερή και μουσική Ορφέα Περίδη.
"Ας είχα ένα αμπέλι
Στην άκρη της Κνωσσού
Θα έπαιζα εγώ το τέλι
Και εσύ το σώμα σου.
Θα πέρναγαν τουρίστες
Να φωτογραφηθούν
Θα εγείρονταν και οι μύστες
Και αυτοί να κουνηθούν.
Ας ήταν τα αμπέλια
Κοντά στα Μάρμαρα
Να φεύγουνε σαν χέλια
Κορίτσια γάργαρα.
Σκουριάσανε οι πόλεις
Θαμπώσαν τα χωριά
Με τούτη την ομίχλη
Μ’ αυτήνε την σκουριά.
Σκουριάσανε οι πόλεις
Θαμπώσαν τα χωριά
Με τούτη την ομίχλη
Μ’ αυτήνε την σκουριά.
Αχ τι ‘ναι αυτή η πατρίδα
Της λείπουν τα λεφτά
Ο κόσμος στη θυρίδα
Στ’ αμπέλι εμείς κλεφτά.
Θα πέρναγαν τουρίστες
Να φωτογραφηθούν
Θα εγείρονταν και οι μύστες
Και αυτοί να κουνηθούν."
Ναταλία Νάτσου-Παπακωνσταντίνου/Εκπαιδευτικός