Τα σαλιγκάρια των παιδικών χρόνων..
Mαγειρεύοντας, συχνά μου έρχεται στο νου η μάνα. Έφτιαχνε τα ωραιότερα φαγητά, αλλά όχι όπως συνήθως λέμε όλοι για τα φαγητά της μητέρας μας! Από την κουζίνα της, πάντα, έφταναν στο δωμάτιο που μελετούσα, γαργαλιστικές μυρωδιές φαγητών και το γάργαρο τραγούδι της. Στο τραπέζι, όλη η οικογένεια μαζί, πλην του πατέρα που συμμετείχε μόνο στο δείπνο, με μπουκωμένο στόμα αφήναμε επιφωνήματα ευχαρίστησης και θαυμασμού για τα μαγειρικά της επιτεύγματα.
Μια φθινοπωρινή μέρα, που λέτε, αποφάσισε για πρώτη φορά στα χρονικά, να δοκιμάσει την παρασκευή σαλιγκαριών.
Το βρίσκαμε για παιγνίδι τα παιδιά της οικογένειας, να τα ξετρυπώνουμε στο διπλανό ελαφρά βρεγμένο αμπέλι (μια φορά που είχε βρέξει πολύ, βουτήξαμε μέχρι το γόνατο στο χώμα, τις φάγαμε στο γυρισμό και έπειτα προσέχαμε). Τα συγκεντρώναμε ο καθένας μας στα κουβαδάκια της θάλασσας και τα παρατάσσαμε στη μεγάλη βεράντα σαν στρατιωτάκια με λοχαγούς κλπ ή σαν μαθητές με δάσκαλους.
Η μάνα, αφού ρώτησε την κυρα-Καλλιόπη, τη γειτόνισσα, που τα έφτιαχνε συχνά και ήταν καταπληκτική επίσης μαγείρισα, πήρε όλα τα σαλιγκάρια από τα κουβαδάκια και μπήκε στην χρονοβόρα διαδικασία να τα καθαρίσει καλά ταϊζοντάς τα πίτουρα. Στη συνέχεια τα μαγείρεψε με τα εκλεκτά της υλικά – συχνά έλεγε «Σωστά υλικά πρώτα απ΄όλα στο φαί… Τι να σας ταϊσω? Σκουπίδια?».
Επιστρέφοντας από το σχολείο, άλλοι δημοτικό άλλοι γυμνάσιο-πολύτεκνη οικογένεια, βλέπετε, μας περίμενε στο κατώφλι που βρίσκονταν στο βεραντάκι στη στρογέρα. Με έπιασε παράμερα και μου είπε: «Το νου σου, Ναταλία! Εσύ είσαι η μεγαλύτερη… Παιδεύτηκα πολύ να σας φτιάξω αυτό το τόσο υγιεινό φαγητό. Ξέρεις, κόρη μου, τα σαλιγκαράκια μόνο αθώο χορταράκι τρώνε, είναι πεντακάθαρα! Τώρα, λοιπόν στο τραπέζι, κοίτα μη στραβομουτσουνιάσεις και δεν φαν και τα μικρότερα! Πρόσεξε, κακομοίρα μου!».
Περάσαμε όλοι στην τραπεζαρία, φέρνει η μάνα πρώτα το απαραίτητο στο τραπέζι μας ζυμωτό της ψωμί, τις σαλάτες και τέλος μια μεγάλη πιατέλα με τα σαλιγκαράκια μέσα σε υπέροχη σαλτσούλα φρέσκιας τομάτας! Με το που άκουσαν τα μικρότερα ότι τους μαγείρεψε τα σαλιγκάρια, άρχισαν άλλο τις κλάψες γιατί τα λυπήθηκε, και άλλο τα παράπονα γιατί έχασε τα ..στρατιωτάκια του. Εγώ πολύ πιεσμένη, ούτε να λυπήσω τη μάνα αλλά και μια αηδία προκαταβολικά την είχα, χαμογελαστή γεύτηκα την πρώτη μπουκιά, σπρώχνοντας τον μεζέ με την οδοντογλυφίδα, σύμφωνα με τις οδηγίες της μάνας. Ω, του θαύματος! Τι νοστιμιά ήταν αυτή? «Τέλειο, παιδιά! Δοκιμάστε και θα τρελλαθείτε!» έλεγα.. «Αλήθεια? Είναι ωραία? Μήπως το λες έτσι?» ρωτούσαν τα αδέλφια.. Εγώ είχα πέσει με τα μούτρα και ούτε που άκουγα τη μάνα που έλεγε: «Ήρεμα.. σου τρέχουν οι σάλτσες στα χέρια, παιδί μου!» Τα μοσχοφάγαμε και από τότε έγινε ένα από τα αγαπημένα μας φαγητά στο σπιτικό μας.
Ναταλία Νάτσου-Παπακωνσταντίνου/Εκπαιδευτικός